αντιπολίτευση

αντιπολίτευση
Στα συνταγματικά και κοινοβουλευτικά καθεστώτα, α. αποκαλείται το σύνολο των κομμάτων και των ομάδων βουλευτών του κοινοβουλίου που είναι αντίθετα στο έργο της κυβέρνησης. Στο σύγχρονο δημοκρατικό κράτος, η λειτουργία της α. είναι σημαντική, επειδή ο έλεγχος και η κριτική που αυτή ασκεί στην πλειοψηφία επιδιώκουν να την εμποδίσουν να λάβει αποφάσεις ασύνετες και καταφανώς επιζήμιες για το δημόσιο συμφέρον και επιτρέπουν στενή επαφή και συνεχή αντιπαραβολή της κυβέρνησης, της πολιτικής της και της κοινής γνώμης. Αυτή ακριβώς η δράση είναι πιθανόν να βοηθήσει την α. να γίνει πλειοψηφία σε μια νέα εκλογική αναμέτρηση. Ιδιαίτερο χαρακτήρα έχει η α. στη Μεγάλη Βρετανία, όπου η α. (α. της αυτού Μεγαλειότητας) είναι ρητά αναγνωρισμένη από τα συνταγματικά έθιμα και o ηγέτης της, που είναι και αρχηγός της λεγόμενης σκιώδους κυβέρνησης, είναι σημαντική μορφή του πολιτεύματος που επιφορτίζεται με ειδικά καθήκοντα· στην α. καταβάλλεται μάλιστα και ειδική αντιμισθία. Μια ιδιαίτερη μορφή α. είναι η λεγόμενη κωλυσιεργία.
* * *
η
1. πολιτική ή κομματική αντίθεση, αντίδραση κατά της πολιτικής της κυβέρνησης
2. συνεκδ. αντίπραξη, εναντίωση
3. το σύνολο των βουλευτών που ανήκουν στα εκτός της κυβέρνησης κόμματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αντιπολιτεύομαι. Η λ. μαρτυρείται από το 1856 στο Γαλλοελληνικό και Ελληνογαλλικό Λεξικό τού Σκαρλάτου Βυζάντιου].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αντιπολίτευση — η 1. αντίθεση πολιτική ή κομματική, αντίπραξη: Και μέσα στο κόμμα που ανήκαν κι οι δυο τους έκανε αντιπολίτευση. 2. το σύνολο των βουλευτών που ανήκουν στα κόμματα τα οποία δεν υποστηρίζουν την κυβέρνηση: Η αντιπολίτευση θα καταψηφίσει το… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Τόγκο — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει με τη Μπουρκίνα Φάσοστα βόρεια, με τη Γκάνα στα δυτικά και με το Μπενίν στα ανατολικά.Tο Tόγκο είναι μια στενή λωρίδα που βρίσκεται ανάμεσα στην Γκάνα, στην Mπουρκίνα Φάσο και στο Mπενίν. Στην ακτή έχει… …   Dictionary of Greek

  • Σενεγάλη — Κράτος της Δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Mαυριτανία, Α με το Mάλι και στα Ν με τη Γουινέα και την Γκάμπια. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.H Σενεγάλη αντιστοιχεί στο ομώνυμο πρώην έδαφος της Δυτικής Γαλλικής Aφρικής (AOF), που… …   Dictionary of Greek

  • Τατζικιστάν — H δημοκρατία του Tατζικιστάν δημιουργήθηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1992. Bρίσκεται στη νοτιοανατολική Kεντρική Aσία και συνορεύει βόρεια και δυτικά με το Oυζμπεκιστάν, βορειοανατολικά με το Kιργιστάν, ανατολικά με την Kίνα και… …   Dictionary of Greek

  • χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Νεότεροι χρόνοι) — Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ (1828 ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ) Τα γεγονότα που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας ήταν πολλά και ιδιαίτερα σημαντικά, συνέτειναν δε, μέσα από αιματηρές εσωτερικές διενέξεις (με αποκορύφωμα τον εθνικό διχασμό) και… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Συνταγματική Ιστορία — Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σύντομη ανασκόπηση Το σύνταγμα είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου με τους οποίους ρυθμίζεται η συγκρότηση και η άσκηση της κρατικής εξουσίας. Επομένως, η συνταγματική ιστορία είναι η ιστορία της κρατικής… …   Dictionary of Greek

  • Νίγηρ — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Aλγερία και με τη Λιβύη, Δ με το Mάλι και με την Mπουρκίνα Φάσο, Ν με το Μπενίν και με τη Νιγηρία, Α με το Tσαντ.Tυπικό παράδειγμα χώρας που έχει δημιουργηθεί τεχνητά από τον αποικιακό διαμελισμό, η… …   Dictionary of Greek

  • Ουκρανία — Κράτος της ανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με την Πολωνία, Β με τη Λιθουανία, ΒΑ με τη Ρωσία, ΝΔ με τη Σλοβακία, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και τη Μολδαβία, και στα Ν βρέχεται από την Αζοφική και από τη Μαύρη θάλασσα (Εύξεινο Πόντο).Ο. σημαίνει… …   Dictionary of Greek

  • Αζερμπαϊτζάν — I Κράτος της Υπερκαυκασίας, στη ΝΔ Ασία.Συνορεύει με τη Ρωσία στα Β, τη Γεωργία στα ΒΔ, την Αρμενία στα Δ και με το Ιράν, και πιο συγκεκριμένα την επαρχία που αποκαλείται επίσης Α., στα Ν. Όλη η ανατολική του πλευρά βρέχεται από την Κασπία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”